Τέτοιες ώρες μπορώ να σκεφτώ αυτό που δεν πρόκειται να γίνει ποτέ ή που δεν γίνεται πλέον. Παλιότερα ίσως. Δηλαδή φανταζόμουν ότι ένας συγγραφέας, λόγου χάρη, ο Θεοτοκάς, ή ο Καραγάτσης, ή ο Βενέζης, μάζευαν κάποιους φίλους στο μεγάλο σαλόνι των σπιτιών τους και διάβαζαν, μισοτελειωμένα ίσως κάποια από τα έργα τους. Και γινόταν κουβέντα, κι ο καθένας έλεγε το μακρύ του και το κοντό του. Η οικοδέσποινα, με τη συνδρομή της υπηρέτριας φρόντιζε να έχουν οι φίλοι, ο στενός κύκλος τέλος πάντων, όλα εκείνα που θα τους έκαναν την παραμονή τους εκεί πιο άνετη: γλυκά, ξηρούς καρπούς, κρασί και ό,τι άλλο προσφέρονταν, ανάλογα με την εποχή. Μπορεί να υπήρχε και κανένα πιάνο σε μιαν άκρη και η κόρη τής οικογένειας να έπαιζε κάποια σονάτα, έτσι για να δημιουργείται μια ατμόσφαιρα χαρούμενη και ζεστή.
Θα μου πει κανείς και τώρα γιατί μας τα γράφεις αυτά;;;; Απλώς, θα ήθελα να συμβεί και σ' εμένα κάτι παρόμοιο, αλλά σήμερα αυτά δεν συμβαίνουν... Και περιμένω τις μεταμεσονύχτιες ώρες, όπως επίσης και τις πολύ πρωινές, και προσδοκώ να έρθει μια βροχούλα κι έτσι, ήσυχα, ρεμβαστικά ν' ακούω τη βροχή, να νιώθω την υγρή ατμόσφαιρα και να φαντάζομαι τέτοιες βραδιές μ' έναν Τολστόι, ας πούμε... Έτσι τεράστιο όπως τον φαντάζομαι, με τα μακριά και ακατάστατα γένια του, να κυκλοφορεί μέσα στο σπίτι του, συνοφρυωμένος, να ρίχνει ένα κουτσουράκι στη φωτιά που καίει ακατάπαυστα, ενώ έξω η βροχή πυκνώνει.
Κάποια στιγμή, ρίχνει μια ματιά από το παραθύρι έξω στη νυχτιά και μετά αργά-αργά πάει και κάθεται στην καρέκλα του για να συνεχίσει το γράψιμο. Ήδη το μεγάλο επικό έργο του, Πόλεμος και Ειρήνη, έχει πάρει το δρόμο προς το αναγνωστικό κοινό. Και τώρα, να, γράφει σε συνέχειες την Άννα Καρέννινα... [Δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά σε συνέχειες στο περιοδικό «Ρούσκιι Βέστνικ» μεταξύ 1873 και 1877, ενώ εκδόθηκε για πρώτη φορά ως βιβλίο το 1878]. Στο μεγάλο δωμάτιο σα ν' ακούγονται οι φωνές των ηρώων του κι αυτός να προσπαθεί να τις κάνει να σωπάσουν γιατί τώρα το λόγο έχει η Καρένινα!!!
No comments:
Post a Comment