Thursday, October 9, 2014

ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΤΕΛΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΣΟΝΙΑ;;;;



Ήταν απλώς ένας τσακισμένος άνθρωπος. Ο μονόλογός του είχε αρχίσει να τον ενοχλεί και τον ίδιο. Της μιλούσε, της έγραφε γράμματα, ποιήματα, της έστελνε μηνύματα με το διαδίκτυο, αλλά εκείνη δεν απαντούσε. Κρατούσε δίπλα του και τα δυο τηλέφωνα – το σταθερό και το κινητό. Δεν γινόταν, κάποια στιγμή θα του τηλεφωνούσε. Τον έτρωγε η αγωνία. Αυτά που σκεφτόταν για εκείνη τα είχε στο αρχείο του εγκεφάλου του, ταξινομημένα, έτοιμα να βγουν και να γεμίσουν αγαλλίαση τη σχέση τους. Ένα τηλεφώνημά της, όπως παλιά, ήταν αρκετό. Μια λέξη!! Αλλά ματαίως…  

Τρέχουμε ανάμεσα στα σύννεφα, μέσα στον ουρανό. Γύρω μας ακούγεται ένα βουητό. Είμαστε εμείς που καθόμαστε ήρεμα κι ολόκληρος ο κόσμος σαλεύει ή μήπως είναι μόνο η ατρόμητη φυγή μας; Ζαλίζεσαι;; 

Ο Πορφύρης δεν ζαλίζεται γιατί έχει τα μάτια και τη σκέψη του καρφωμένη σ' ένα και μοναδικό πρόσωπο...

Θα σε κρατώ σφιχτά κι όταν ο κόσμος χαθεί, όταν το αμάξι μας  διλαυθεί η΄σαπίσει μέσα στα σύννεφα, θα κρατιόμαστε σφιχταγκαλιασμένοι και θα πλανιόμαστε μέσα στη σφαιρική αρμονία...

Ένιωθε ότι παιζόταν ένα έργο κι αυτός ήταν ο κομπάρσος. Η Σόνια ήταν γι’ αυτόν η καθημερινή τροφή, ήταν  ένα ζωτικό όργανο από το ίδιο του το σώμα. Παρακολουθούσε από μακριά τη ζωή της. Στηνόταν με τις ώρες στη γειτονιά της, αλλάζοντας κάθε φορά δρόμους και γωνίες κι έβαζε στο μάτι το φούρνο, το μανάβικο κι εκείνο το μίνι μάρκετ που παλιότερα το επισκέπτονταν μαζί. Αναρωτιόταν αν είχε προμήθειες στο σπίτι τόσες ώστε να μη χρειάζεται να βγαίνει κάθε λίγο για ψώνια… 

Την έβλεπε μονάχα στις φωτογραφίες, που αναρτούσε στο face book. Δεκάδες φωτογραφίες που ήξερε ότι θα προσελκύσουν την περιέργεια των διαδικτυακών φίλων, οι οποίοι καιροφυλακτούσαν να της γράψουν ότι είναι «υπέροχη», «ομορφότερη όσο ποτέ», «μια γλυκιά παρουσία στο φβ», «τι ωραία μάτια», «τι καταπληκτικό χαμόγελο» και άλλα τέτοια που φυσικά τροφοδοτούν τη ματαιοδοξία κάθε γυναίκας κι επόμενο ήταν να βάζουν φωτιά στον συναισθηματικό κόσμο της Σόνιας. 

Ωστόσο, η πραγματικότητα για την Σόνια ήταν διαφορετική, αφού όλα όσα της έγραφαν δεν της έκαναν εντύπωση. Έβαζε ένα like για τα μάτια των «φίλων» της κι έδειχνε απλώς να το απολαμβάνει δίχως κάποιες συνέπειες. Περισσότερο ένιωθε να την κατακλύζει μια απέραντη χαρά όταν ξεδίπλωνε τις αναμνήσεις και οι φωτογραφίες αποτελούσαν σταθμούς στη ζωή της, όπως λόγου χάρη οι σπουδές της. 

Την τελευταία φορά που ήσαν μαζί με τον Πορφύρη, του είχε πει ότι θα λείψει για λίγο καιρό στην Αγγλία κι εκείνος ο κακομοίρης ενώ έβλεπε τη δραστηριότητά της στο φβ, δεν μπορούσε να καταλάβει αν ήταν όντως στο Λονδίνο ή εξακολουθούσε να παραμένει  στην Αθήνα. Δεν ήθελε όμως να χαλάσει τον παρηγορητικό της μύθο κι έτσι δεν προσπάθησε καν να κάνει τον ντετέκτιβ. Ήθελε τα πράγματα να εξελιχθούν ομαλά. Όταν πέρασαν περίπου δυο εβδομάδες και σκέφτηκε ότι μάλλον θα είχε επιστρέψει, τότε άρχισε κι αυτός ν’ ανησυχεί, μη τυχόν και τον ξέχασε, ή δεν τον θέλει πια ή και το πιθανότερο μήπως ξανάρχισε να κλείνεται στον εαυτό της, οπότε, άντε ξανά αγώνας ν’ ανοίξει την καρδιά της. Κι αν η Σόνια γύριζε σελίδα, δεν ήταν εύκολο να συμβαδίσει μαζί της. 

Πάντως σήμερα που την είδε ξανά χαμογελαστή, ο νους του με άλματα βρέθηκε στο Παρίσι και είδε τον εαυτό του μαζί με τη Σόνια να κάθονται στο Le Bouquet du Nord, στη rue de Maubeuge. Εκεί άρεσε στη Σόνια γιατί ήθελε να κάνει τη βόλτα της από την Όπερα. Απολάμβανε αυτή την περιοχή. Έπιναν το Café au lait, γιατί το πενήντα τοις εκατό αποβουτυρωμένο γάλα και το πενήντα τοις εκατό μουχλιασμένο κιχώριο δημιουργούσαν μια ψυχοφυσική πραγματικότητα, ανάμεσα σε μια φλυαρία κοινότοπη. Απλώς απολάμβαναν και οι δυο την παρισινή ατμόσφαιρα. Η Σόνια χανόταν στις όπερες που είχε δει στο Λονδίνο. Ο Πορφύρης ούτε που νοιαζόταν για τις όπερες… Την άφηνε να μιλάει, να μιλάει, κι αυτή έδειχνε πραγματικά ότι βρισκόταν αλλού.

No comments: