ΠΡΟΛΟΓΙΚΑ
ΦΕΤΟΣ
έκλεισαν σαράντα χρόνια από την μεταπολίτευση. Αλλά εδώ θα με
απασχολήσει η περίοδος μέχρι το 2004, όταν έκλεισαν τριάντα χρόνια από
τη μεταπολίτευση, η οποία υπήρξε ένας σημαντικός σταθμός στη νεότερη
πολιτική ιστορία του τόπου. Τριάντα χρόνια συμπλήρωσε το ΠΑΣΟΚ στην
πολιτική ζωή της χώρας. Από το 1974 μέχρι το 1981 έκανε υπεραισθητή την
παρουσία του, είτε με τα «μαξιμαλιστικά» του συνθήματα («Στις 18
Σοσιαλισμός»), είτε με τον αριστερό του ριζοσπαστισμό και τη δυναμική
του αντιπολίτευση, αλλάζοντας τα μέχρι τότε πολιτικά δεδομένα, και
κατάφερε να κινητοποιήσει το λαό, δημιουργώντας ώριμες πολιτικές
συνθήκες για τη μεγάλη αλλαγή του 1981. Το ΠΑΣΟΚ, αφότου ανέλαβε
κυβερνητικές ευθύνες, με τον ηγέτη του Ανδρέα Παπανδρέου,
εμπέδωσε στη διάρκεια της πρώτης οκταετίας 1981-1989 το αίσθημα της
αλλαγής και στη διάρκεια της διακυβέρνησης με πρωθυπουργό τον Κώστα Σημίτη προώθησε δυναμικά τον εκσυγχρονισμό της χώρας.
Τα
κείμενα τούτα φιλοδοξούν να αποτελέσουν μια κατάθεση για τα χρόνια
εκείνα που εγώ τα αφιέρωσα στην υπηρεσία των πολιτικών αρχών, οι οποίες
πίστευα πως έπρεπε να γίνουν κτήμα της πλειοψηφίας. Αναφέρεται κυρίως
στα πρώτα χρόνια του ΠΑΣΟΚ – από το 1974 μέχρι το 1997, οπότε και
εξεμέτρησε το βίο της η εφημερίδα Εξόρμηση, που ήταν η εφημερίδα αρχών του ΠΑΣΟΚ. Παρακολουθεί επίσης την πορεία των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ με τον Κώστα Σημίτη επικεφαλής, μέχρι το 2004.
Γνωρίζουμε
ότι την ιστορία τη γράφουν οι νικητές – και τη γράφουν όπως εκείνοι
θέλουν. Το ζήτημα είναι ότι οι ρόλοι πλέον έχουν μπερδευτεί και είναι
δύσκολο να διακρίνει κανείς ποιοι είναι οι νικητές και ποιοι οι
ηττημένοι. Τελικά μήπως ο καθένας πρέπει να γράφει την ιστορία του; Δεν
είμαι της γερμανικής εκδοχής που γράφει την ιστορία μόνο με τους
«μεγάλους», αλλά της γαλλικής που καταγράφει και τη δράση του πλήθους…
Μπορεί ο μελλοντικός ιστορικός να διυλίσει τα στοιχεία και να βγάλει την
αλήθεια.
Είναι
αυτονόητο ότι η ιστορία του ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να κλειστεί μέσα σε ένα
βιβλίο. Χρειάζονται δεκάδες τόμοι και γι’ αυτό υπάρχουν οι ζωντανοί
άνθρωποι που έδωσαν πολλά από τη ζωή τους για να προχωρήσει, να
δυναμώσει, να κυβερνήσει τη χώρα και να εισπράξει κάποια στιγμή τα
επίχειρα των λαθών και της αλαζονείας. Εξάλλου, το επίσημο ΠΑΣΟΚ πρέπει
κάποτε να προχωρήσει σε κάποιο οργανωμένο εκδοτικό εγχείρημα.
Είναι
αλήθεια ότι κυκλοφόρησαν στις εφημερίδες από κάποιους δημοσιογράφους
αρκετά «γαργαλιστικά» κείμενα για το ΠΑΣΟΚ, τα οποία ελάχιστη σχέση
είχαν με την πραγματικότητα. Αλλά, ποιος κάθεται τώρα να αντικρούσει ή
να διαφωνήσει ή να επανορθώσει για ζητήματα που έχουν καταχωνιαστεί στο
χρονοντούλαπο της ιστορίας! Απλώς, τα θεωρήσαμε μυθιστορήματα και
ξεμπερδέψαμε. Άλλωστε οι πολιτικοί και οι δημοσιογράφοι αποδέχονται
πλέον ό,τι τους βολεύει. Ωστόσο, θα είχαν κάποια σημασία οι καταθέσεις
όλων των λεγόμενων πρωτοκλασάτων στελεχών που χαλιναγώγησαν το Κίνημα,
με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, όλα αυτά τα χρόνια, θεωρώντας το ότι είναι
ένας χώρος αποκλειστικά δικός τους, που δεν πρέπει να αφήσουν κανένα
κενό μη τυχόν και παρεισφρύσει κάποιος «άσχετος». Και το αστείο είναι
ότι πολλοί από αυτούς έβαζαν προσωπικά στοιχήματα που δεν έχαναν την
ευκαιρία να τα δημοσιοποιούν σε κάθε ευκαιρία:
Τα μεγάλα έργα είναι ο κ. Κ. Λαλιώτης. Οι εξοπλισμοί, ο κ. Τσοχατζόπουλος. Η οικονομία ή το Χρηματιστήριο, ο κ. Παπαντωνίου. Το κράτος, η κυρία Παπανδρέου. Η υγεία, ο κ. Α. Παπαδόπουλος. Η εξωτερική πολιτική, ο κ. Γ. Παπανδρέου. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες, ο κ. Ευ. Βενιζέλος κ.ο.κ. Η κυβερνητική πολιτική έχει εξελιχθεί σε μια σειρά από προσωπικά στοιχήματα ή προσωπικές χρεώσεις…(Ι.Κ. Πρετεντέρης: «Τα δύο σενάρια διαδοχής στο ΠΑΣΟΚ. Οι εσωκομματικές συγκρούσεις, οι προσωπικές φιλοδοξίες, οι πολιτικές αντιθέσεις και οι στρατηγικές για τη μετα-Σημίτη εποχή». «Το Βήμα», 1 Απριλίου).
Ξέχασαν φαίνεται τη ρήση του Στρατηγού Μακρυγιάννη «Είμαστε εις το εμείς και όχι εις το εγώ»!
Οι περισσότεροι δούλεψαν για τον εαυτό τους και μόνο. Ωστόσο, πολλοί
από εμάς που βρεθήκαμε, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να δουλεύουμε για το
ΠΑΣΟΚ, και κάποια στιγμή πήραμε το καπέλο και τις αναμνήσεις μας και
πήγαμε σπίτι μας, δεν κρατήσαμε κακίες. Απλώς παρατηρούσαμε τα
«υψηλόβαθμα» στελέχη του κινήματος να έχουν κολλήσει στις καρέκλες είτε
της κομματικής οργάνωσης είτε του κυβερνητικού μηχανισμού, να έχουν
δημιουργήσει τις ερμητικά κλειστές ομάδες τους και να μονολογούν. Έβαλαν
την ταμπέλα του υπουργού, του υφυπουργού, του γραμματέα, του διοικητή
κάποιας ΔΕΚΟ και δεν την έβγαλαν ποτέ από πάνω τους, παρά μόνο όταν το
ΠΑΣΟΚ ηττήθηκε στις εκλογές του 2004. Με τον ίδιο τρόπο που αρκετά
μεγάλα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, πέταξαν από πάνω τους το μανδύα του μαρξιστή
όταν κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση κι ένιωσαν απελευθερωμένοι, αφού
συντάχθηκαν με όλο εκείνο το συρφετό που άρχισε να λιθοβολεί καθετί που
είχε σχέση με το μαρξισμό και τα παράγωγά του και τούτο διότι δεν είχαν
ποτέ καμιά σχέση με το μαρξισμό!
Αγάπησα την Εξόρμηση
και γι’ αυτό δούλεψα γι’ αυτήν. Της αφιερώθηκα. Η αναφορά μου σ’ αυτήν
τώρα δεν είναι παρά ένα χρέος τιμής σε μια εφημερίδα της οποίας δεν
πρέπει να αγνοηθεί ο ρόλος στην εξέλιξη και ανάπτυξη του ΠΑΣΟΚ, του
κινήματος της αλλαγής στη χώρα μας. Και τούτο το σημειώνω διότι,
επιπλέον, διαπίστωσα ότι πουθενά δεν αναφέρεται στα κομματικά
ντοκουμέντα, τουλάχιστον όπως διατυπώνονται και στις ηλεκτρονικές
σελίδες του ΠΑΣΟΚ ούτε η εφημερίδα Εξόρμηση αλλά ούτε και ο Αγωνιστής
που υπήρξε ένα πολύ σοβαρό περιοδικό, όργανο της Νεολαίας του ΠΑΣΟΚ που
έθρεψε τις αγωνίες μας και για κάποια χρόνια ήταν η σημαία μας. Πολύ δε
περισσότερο δεν νομίζω ότι αναφέρεται κάτι σχετικό με τον Μαθητικό Αγώνα, που ήταν η εφημερίδα της Πανελλήνιας Μαθητικής Κίνησης (ΠΑΜΚ), ή κάτι για τη Σπουδαστική Πρωτοπορία, την εφημερίδα της Πανελλήνιας Αγωνιστικής Σπουδαστικής Παράταξης (ΠΑΣΠ).
Δεν πρέπει να αγνοηθεί η συμβολή της Εξόρμησης
στην ιστορία του ελληνικού κομματικού τύπου. Ήταν μια εφημερίδα που,
όσα χρόνια κυκλοφορούσε, στάθηκε ακλόνητη στο αντιδεξιό μετερίζι της.
Ήταν μια εφημερίδα έντιμη, που αντανακλούσε την καθαρότητα των αρχών για
τις οποίες πάλεψε το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα, το δικό μας ΠΑΣΟΚ. Και
να πω και τούτο: υπήρξε ένας σταθμός στην καριέρα δημοσιογράφων που δεν
την αναφέρουν καν στα βιογραφικά τους – κάπου, μέσα στις σελίδες που
ακολουθούν, κατέγραψα αρκετά ονόματα, για την ιστορία. Σε τελευταία
ανάλυση, ήταν η εφημερίδα που αποτύπωσε ατόφιο και αφιλτράριστο τον
πολιτικό λόγο του κινήματος. Συνεπώς, η αναφορά στα κείμενά της
προσδίδει τη σημασία του ντοκουμέντου, παραδίδοντας έτσι στον ιστορικό
αυθεντικό υλικό. Καταφύγαμε όμως και σε άρθρα, αναλύσεις και αναφορές
των άλλων εφημερίδων και περιοδικών είτε φιλικών είτε εχθρικών προς το
ΠΑΣΟΚ, όπου και τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ «περνούσαν» απόψεις, ιδέες, κριτική
για το κίνημα ή και τους άλλους συντρόφους μέσα στην οργάνωση ή στην
κυβέρνηση αλλά και ειδήσεις που έδιναν τροφή στους διάφορους καλαμαράδες
της δημοσιογραφίας και της πολιτικής.
Εδώ
που τα λέμε, η ιστορία του ΠΑΣΟΚ ταυτίζεται με ένα μεγάλο τμήμα της
ιστορίας της σύγχρονης Ελλάδας. Από το 1981 που έγινε η Αλλαγή, εκτός
από τις περιόδους της συγκυβέρνησης, της οικουμενικής και του Μητσοτάκη,
το ΠΑΣΟΚ είναι στην κυβερνητική εξουσία. Αν δούμε πολιτικά τα πράγματα,
θα παρατηρήσουμε σύμφωνα και με την αποτίμηση που έκανε η Κεντρική
Επιτροπή, από το 1974 μέχρι το 1990, στο Β΄ συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, η
ιστορική συνέχεια του κινήματος δεν συνοδεύτηκε με την αντίστοιχη
ιδεολογική και πολιτική ωρίμανση, έτσι ώστε κάθε φορά να βρίσκεται στην
αιχμή των πολιτικών και ιδεολογικών αναγκών του προοδευτικού κινήματος.
Αντιθέτως, υπήρξε ιδεολογική και πολιτική ασυνέχεια που οδήγησε σε
ιδεολογική και πολιτική υστέρηση και, τελικά, σε ιδεολογική και πολιτική
καθυστέρηση. Το ΠΑΣΟΚ οδηγήθηκε, πολλές φορές, σε μάχες οπισθοφυλακών,
έδειξε αδυναμία παρακολούθησης των νέων εξελίξεων, αδυναμία μετεξέλιξης
της πολιτικής του, αδυναμία κατανόησης και πρόβλεψης των ταχύτατων
αλλαγών του εσωτερικού και διεθνούς πολιτικού περιβάλλοντος και αδυναμία
προσαρμογής. Άλλωστε δεν ήταν και εύκολο να κρατηθεί μια σταθερή
πλεύση, αφού από τη μέρα της ίδρυσής του και ιδιαίτερα στη διάρκεια της
δεκαετίας του 1980, το ΠΑΣΟΚ είχε να αντιπαλέψει με θεούς και δαίμονες. Ο
Τάσος Γιαννίτσης το προσδιορίζει με ευκρίνεια:
Με τους αντιδημοκρατικούς θεσμούς, το ΝΑΤΟ, την ΕΟΚ, τις μονοπωλιακές δομές της οικονομίας, την κατανομή του εισοδήματος και των ευκαιριών, στη δεκαετία του 1990 τόσο ο Ανδρέας Παπανδρέου όσο και ο Κώστας Σημίτης κατανόησαν ότι το παιχνίδι δεν μπορούσε παρά να αλλάξει. Ότι έπρεπε να κεφαλαιοποιηθούν όσα είχαν επιτευχθεί στο παρελθόν, ότι ήταν η ώρα περισσότερο της συνεργασίας, και λιγότερο της σύγκρουσης. Συνεργασία στην Ευρώπη για να μη χαθεί ο ισότιμος χαρακτήρας της συμμετοχής μας στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, συνεργασία στο εσωτερικό για να ξεπεραστεί το τέλμα και η μιζέρια, να οικοδομηθεί η ανάπτυξη, να ανοίξουν νέες προοπτικές…(Τάσος Γιαννίτσης: «Σοσιαλισμός, μετασχηματισμός και… η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων», «Τα Νέα», 11 Φεβρουαρίου 1999).
Δεν
χρειάστηκε ποτέ να φέρουμε αποδείξεις γι’ αυτούς που προκάλεσαν την
Μικρασιατική Καταστροφή, γι’ αυτούς που συρρίκνωσαν τον ελληνισμό, γι’
αυτούς που φαλκίδευσαν την ελληνική πορεία με τις Αυλές τους και τις
δικτατορίες τους, γι’ αυτούς που χάρισαν πρωθυπουργούς και υπουργούς
στους Κατακτητές, γι’ αυτούς που οργάνωσαν και πλαισίωσαν τα προδοτικά
Τάγματα Ασφαλείας, γι’ αυτούς που φωτογραφίζονταν με χιτλερικούς
αξιωματικούς όταν οι… λιγότερο Έλληνες κατέβαζαν τη χιτλερική σημαία από
την Ακρόπολη και ανάσταιναν το Εικοσιένα στα βουνά της πατρίδας! Κι
αυτά τα σημειώνουμε, διότι πολλές φορές και ο Κώστας Καραμανλής που έγινε πρωθυπουργός το 2004 και ο νεότερος Κυριάκος Μητσοτάκης (ο γιος του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη) μιλούσαν ως νέοι που δεν έχουν καμιά σχέση με το παρελθόν. Απλά μαθήματα: χωρίς μνήμη δεν ζουν τα έθνη. Κι αν ο νεαρός Μητσοτάκης
δεν είχε γεννηθεί τότε, όπως χαρακτηριστικά ο ίδιος είχε πει σε ένα
τηλεοπτικό «παράθυρο» κατά τις παραμονές των εκλογών του 2004, καλό
είναι να διαβάσει ιστορία. Γιατί αυτά που έμαθε από τον πατέρα του,
έχουν σχέση μόνο με την «αλήθεια» του Μητσοτάκη… Κι αν η ΝΔ
κέρδισε τις εκλογές το 2004, μετά από μια μακρά περίοδο παραμονής στην
αντιπολίτευση, αυτό δεν σημαίνει ότι κατήγαγε μια εκλογική νίκη. Απλώς
το ΠΑΣΟΚ έχασε. Η ΝΔ, δηλαδή, κατάφερε να ανακάμψει στηριζόμενη στη
φθορά του ΠΑΣΟΚ αλλά και στη δική της συγκρότηση ενός ψευδούς μύθου για
μια άλλη «αλλαγή»! Θα παραθέσω μια ενδιαφέρουσα (απλή) σκέψη του Ριχάρδου Σωμερίτη που την είχε γράψει τον Οκτώβριο του 2001:
Είναι σίγουρο δυστυχώς ότι το ΠΑΣΟΚ έχει δραματικά κουραστεί. Και ότι υποφέρει συνάμα από το σύνδρομο το πιο επικίνδυνο γι’ αυτό και για μας: νομίζει ότι η εξουσία αποτελεί ιδιοκτησία του. Και ότι είναι “παράλογο” άλλα κόμματα ή πολίτες να έχουν φιλοδοξίες συμμετοχής στα κοινά….(Ριχάρδος Σωμερίτης: «Το ΠΑΣΟΚ συνεδριάζει… Ο Σημίτης μπορεί να πνιγεί σε μια συνεδριακή νίκη ή να μεταλλάξει το “κίνημα”», «Το Βήμα», 7 Οκτωβρίου 2001).
Πιστέψαμε ότι η ανάληψη της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ από τον Γιώργο Παπανδρέου
ίσως να σήμαινε την αλλαγή πολιτικής νοοτροπίας σε πολλά επίπεδα της
κοινωνικής και πολιτικής ζωής της χώρας. Ο Γιώργος επιδίωξε να εισαγάγει
κάτι διαφορετικό στην ελληνική κοινωνία. Δεν τα κατάφερε, αφού οι
εξελίξεις ήσαν αναπότρεπτες – δεν γνωρίζουμε εάν ήσαν και
προδιαγεγραμμένες! Όμως η δική του διαδρομή είναι ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο και δεν θα με απασχολήσει προς το παρόν.
Τέλος, ό,τι κι αν γράψουμε, η σκέψη θα γυρίζει στον Ανδρέα
που άνοιξε τις πόρτες για να περάσει ο λαός στο προσκήνιο και η Ελλάδα
ν’ αποκτήσει φωνή και κύρος. Κι ας ελπίσουμε ότι όλα όσα ακολουθούν δεν
είναι παρά μια ελάχιστη συμβολή, με προσωπικά συναισθηματικά στοιχεία,
στην Ιστορία που κάποιοι άλλοι θα γράψουν.
[Συνεχίζεται]
No comments:
Post a Comment