Θέλω να φύγω, ν' αφήσω πίσω μου την πόλη, τους δρόμους της, τις πλατείες, τους ανθρώπους, την τηλεόραση, την πολιτική, τους πολιτικούς, τα πάντα... Όλα εκείνα που στοιχειώνουν τη ζωή μου [μας]. Θα πάω στο χωριό, στην εξοχή, να ξεζαλωθώ το φόρτωμα της πόλης και όσα το κράτος μου έβαλε στην πλάτη και με γονάτισε.
Και, μη νομίζετε ότι εκεί θα ησυχάσω. Κάθε άλλο. Πάντως, θα κρατώ το καντήλι της προσδοκίας αναμμένο και κρατημένη θα έχω την ανάσα μου μήπως και ακούσω από μακριά κάποιο μινύρισμα ελπίδας, το γλυκό ζήτω της αισιοδοξίας από τους απελπισμένους, μήπως φανεί από ψηλά, από την κορυφογραμμή του Πάρνωνα το άστρο μιας άλλης μέρας.
Πόσο θέλω να ξεκουραστώ και ν' απελευθερωθώ από τα δεσμά του... κατάδικου πολίτη, να χαλαρώσει το πρόσωπό μου και να ξαναβρώ κάτι από την θαμπή αρχέγονη ζύμη. Δυστυχώς δεν είναι στο χέρι μας ν' αποφύγουμε τις ποινές και γι' αυτό όλοι έχουμε φορτωμένο το ποινολόγιό μας.
Πόσο θέλω να βρεθώ κοντά στη θάλασσα, να γίνω ποντοπόρος, κυματισμός της θάλασσας και ρόχθος στους βράχους!!!
Πόσο θέλω να βρεθώ στο βουνό, να περπατώ ακόρεστα στα βράχια, να γίνω αεράκι και τραγούδι του ανέμου, με τα σπλάχνα πεινασμένα και το μάτι φλογισμένο!!!
Βλέπετε ότι η πόλη σε αναγκάζει να συμφιλιώνεσαι μαζί της, με τον κόσμο της και με τις ψευδαισθήσεις του.
Τελικά, τι είμαστε;;; Ένα τίποτε. Μια ανάσα του σύμπαντος....
No comments:
Post a Comment