ΓΡΑΦΕΙ Ο ΚΩΣΤΗΣ ΛΙΘΙΝΟΣ
Μία από τις πιο
κρίσιμες περιόδους της νεοελληνικής ιστορίας ήταν εκείνη μετά τη συντριπτική
ήττα των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων στον πόλεμο του 1897. Ο σοβαρός
κίνδυνος που διέτρεξε η χώρα να καταληφθεί από τα τουρκικά στρατεύματα και να
χαθούν αγώνες δεκαετιών κινητοποίησε τον πληθυσμό. Τα αμέσως επόμενα χρόνια
αναζητήθηκαν τρόποι για την υπέρβαση των προβλημάτων και τη χάραξη μιας νέας
πορείας.
Ο επιχειρούμενος
αναπροσανατολισμός ξεκίνησε από την πολιτική. Ο παλιός πολιτικός κόσμος έδειχνε
ανήμπορος να παρακολουθήσει τα ραγδαία γεγονότα που διαδραματίζονται στον
ευρωπαϊκό χώρο. Η συνεχιζόμενη από την πλευρά του προσκόλληση σε ήδη
αποτυχημένα στερεότυπα δημιούργησε αντιδράσεις, που οδήγησαν, τα ξημερώματα της
15ης Αυγούστου 1909, στο Κίνημα στου
Γουδή. Ύστερα από λίγους μήνες ο Στρατιωτικός
Σύνδεσμος προσκάλεσε τον Ελευθέριο
Βενιζέλου να ηγηθεί της προσπάθειας για την αναγέννηση της χώρας.
Η λογοτεχνία, όπως
ήταν αναμενόμενο, δεν έμεινε απαθής απέναντι στις εξελίξεις που κυοφορούνταν.
Στα έργα που δημοσιεύονται καταγράφεται, συχνά με εμφαντικό τρόπο, το αδιέξοδο
στο οποίο είχε περιέλθει η ελληνική ζωή.
Ένα χαρακτηριστικό
δείγμα των αναζητήσεων που συντελούνται στον πνευματικό χώρο αποτελεί ο άτυπος διάλογος
το 1908 δύο κορυφαίων μορφών τότε της ελληνικής λογοτεχνίας: του Ανδρέα Καρκαβίτσα και του Κωστή Παλαμά.
Ο Ανδρέας
Καρκαβίτσας, στις αρχές του 20ού αιώνα, θεωρούνταν πλέον από τους σημαντικότερους
έλληνες συγγραφείς. Υπηρετούσε ως μόνιμος γιατρός στον ελληνικό στρατό. Παράλληλα
με την άσκηση του επαγγέλματός του, συνέχιζε το συγγραφικό έργο του. Επίσης, αρθρογραφούσε
ανώνυμα ή με ψευδώνυμο σε διάφορα έντυπα, κυρίως στη γνωστή εφημερίδα «Χρόνος». Στα άρθρα του στηλίτευε με
ιδιαίτερη οξύτητα τα κακώς κείμενα της εποχής.
Για όλα τα
ζητήματα της επικαιρότητας ο Ανδρέας Καρκαβίτσας συνομιλούσε συχνά με τον
επιστήθιο φίλο του Κωστή Παλαμά. Οι δύο άνδρες είχαν τις ίδιες έγνοιες για το
μέλλον της Πατρίδας.
Το 1908 ο
Ανδρέας Καρκαβίτσας έγραψε σχετικά με το πολιτικό πρόβλημα της χώρας στον Κωστή
Παλαμά. Από την επιστολή του, η οποία λανθάνει, γνωρίζουμε μόνο το εξής
απόσπασμα: «Εγώ γυρίζω, γυρίζω, και κάνω
τον άνεμο κουβάρι…».
Ο Κωστής Παλαμάς,
που μεσουρανούσε εκείνη την περίοδο στην πνευματική ζωή της χώρας, συγκινήθηκε
από την ανάγνωση της επιστολής. Με αφετηρία τους προβληματισμούς του φίλου του,
έγραψε στις 21 Μαΐου 1908 ένα ποίημα, το οποίο και του αφιέρωσε. Είχε τον τίτλο:
«Αποκριτική Γραφή». Το ποίημα,
συμπεριέλαβε λίγα χρόνια αργότερα στην ποιητική συλλογή του «Η Πολιτεία και η Μοναξιά», που
κυκλοφόρησε το 1912.
Από το ποίημα
του Κωστή Παλαμά, στο οποίο θίγονται όλες οι παθογένειες εκείνης της εποχής, αποσπώ
ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα. Σε αυτό περιγράφεται το κλίμα μιας περιόδου σύγχυσης
και διαψεύσεων. Το έδαφος, σε τέτοιες περιπτώσεις, είναι ιδανικό για την
εμφάνιση και την επιβίωση κάθε είδους λαοπλάνων. Γρήγορα όμως ακολουθεί η
ανατροπή και η τιμωρία:
«Δεν έχεις, Όλυμπε, θεούς, μηδέ λεβέντες η Όσσα,ραγιάδες έχεις, μάννα γη, σκυφτούς για το χαράτσι,κούφιοι και οκνοί καταφρονάν τη θεία τραχιά σου γλώσσα,των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι.Και δημοκόποι Κλέωνες και λογοκλόποι Ζωίλοι,και Μαμμωνάδες βάρβαροι, και χαύνοι λεβαντίνοι·λύκοι, ω κοπάδια, οι πιστικοί και ψωριασμένοι οι σκύλοικ’ οι χαροκόποι αδιάντροποι και πόρνη η Ρωμιοσύνη!»
No comments:
Post a Comment