Λυπάμαι που δεν φοράω ακόμη
εκείνο το επαναστατικό τζάκετ που φαίνεται και στη φωτογραφία, όταν ήμουν
κατηγορούμενος για τον ξυλοδαρμό του αστυνομικού
Τανάλια. Διότι έτσι πιστεύω θα ήμουν πιο συμπαθής σε πολλούς σήμερα. Πριν
λίγες μέρες βρέθηκα στα γραφεία της ΓΑΔΑ
για μια υπόθεσή μου και αναγκάστηκα να βάλω τις φωνές [συνήθως μιλάω
έντονα] στον αστυνόμο εκεί, διότι η συμπεριφορά του απέναντί μου ήταν, κατά τη
γνώμη μου, ανεπίτρεπτη και δεν άργησε να φωνάξει την φρουρά για να με
συλλάβουν!!!!! Πράγματι, ήρθαν δυο γιγαντόσωμοι αστυνομικοί και μεταξύ άλλων,
του λέω: «Τι τους έφερες, δικτατορία
έχουμε;;;». Απευθυνόμενος στους αστυνομικούς, και κάνοντας ένα νεύμα με το χέρι μου, λέω: «Κάντε στην άκρη…». Δεν με άγγιξαν…
Αλλά και η δουλειά μου δεν έγινε!!!
Μετά από αυτό το περιστατικό
και με τη δική μου ιστορία, και με ένα άλλο περιστατικό όταν συνέλαβαν αδίκως
τον γιο μου και πέρασε μια νύχτα στο κρατητήριο στη ΓΑΔΑ [και χωρίς να μου
επιτρέπουν να τον δω], κανονικά εγώ θα έπρεπε να προμηθευτώ ένα καλάσνικοφ και να επιστρέψω στον τόπο
να «καθαρίσω», ή να τα κάνω μπάχαλο όπως οι συμπαραστάτες του Ρωμανού στα Εξάρχεια χθες βράδυ!!!!
Αλλά έχω τη δυνατότητα και την κρίση να ξεχωρίζω καταστάσεις. Ίσως αυτά τα
χαρακτηριστικά να μην τα έχουν άλλοι και αρκετοί νεότεροι από μένα. Είναι
γνωστό, άλλωστε, ότι οι νεότεροι, γενικώς οι νεότεροι, δικάζουν και
αποφαίνονται με το δικαίωμα που έχει η αναμάρτητη νιότη. Αλλά φοβάμαι πως δεν
υπάρχει αυτό το πνεύμα ελέγχου και στην «αμαρτωλή» νιότη και σε όσους
περισσεύει η ευαισθησία για διάφορα φαινόμενα του κοινού βίου.
Δυστυχώς η μεταφυσική
ναυάγησε, η ελευθερία έχει αποδειχτεί σκλαβιά, η δικαιοσύνη υποκρισία, η
οικογένεια οχετός και η πίστη μυθολογία. Έχω γνωρίσει στη ζωή μου τρομακτικές
διαψεύσεις κι αυτό μπορεί να έχει συμβεί στον καθένα.
Εγώ συνεχίζω να προχωράω σ’
αυτό το δρόμο που διάλεξα, του απλοϊκού στοχασμού, αφήνοντας κατά μέρος τα
προσχήματα, τις υποκρισίες, τους ευσεβείς πόθους και τις δημοκοπίες. Αυτό
σημαίνει ότι είμαι λιγότερο ευαίσθητος ή έγινα «δεξιός» ή εχθρός της νεολαίας;;;
Δεν έγινα ιδεολογικός αποστάτης ούτε πρόκειται να γίνω. Γύρω μου βλέπω να συμβαίνουν σημεία και τέρατα. Βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη καμπή ως κοινωνία, όπου τα πάντα και οι πάντες αμφισβητούνται. Έχει κλονιστεί η πίστη σε θεσμούς και ιδέες και σε αυτήν ακόμη τη δικαιοσύνη. Και τελικά δεν υπάρχουν κλίμακες και μέτρα αξιών
Δυστυχώς, ο μηχανισμός του ατόμου τροφοδοτείται πολλές φορές από την ωραιολογία
και υπάρχει μια κεκτημένη συναισθηματική
ταχύτητα που δεν επιτρέπει τη σωστή κρίση και την ρεαλιστική αντιμετώπιση της καθημερινότητας.
ΥΓ. Με την ευκαιρία της απεργίας
πείνας του 21χρονου Νίκου Ρωμανού, ο
συνάδελφος Μάκης Δεληπέτρος με πέντε
λέξεις έδωσε τη διάσταση που χρειαζόταν: «Α ρε δόλιε Μπόμπι Σαντς».
Για όσους δεν γνωρίζουν ποιος ήταν ο Μπόμπι
Σαντς, ή για άλλους που έχουν ξεχάσει, ας διαβάσουν τα παρακάτω [Πηγή: RT.com]:
Μέχρι τον θάνατο του Σαντς το 1981, οι λεγόμενες Ταραχές στη Βόρεια
Ιρλανδία μαίνονταν από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, όταν προέκυψε ο
Προσωρινός IRA (Ιρλανδικός Δημοκρατικός Στρατός) εξαιτίας της αποτυχίας
διαδοχικών βρετανικών κυβερνήσεων να προχωρήσουν στη διαμόρφωση μιας
αποσχισμένης επαρχίας όπου οι πολίτες της μειονότητας των θεωρούνταν ως
δεύτερης κατηγορίας και τους αρνούνταν ίσα πολιτικά και αστικά δικαιώματα με
τους προτεστάντες.
Νέοι καθολικοί της εργατικής τάξης, όπως ο Σαντς, έπρεπε να διαλέξουν
μεταξύ της αποδοχής ενός status quo -στο οποίοι οι ίδιοι και οι οικογένειές
τους διώκονταν, εκφοβίζονταν και αναγκάζονταν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους
από «νομιμόφρονες» προτεσταντικές ομάδες με τη βοήθεια αστυνομικών δυνάμεων-
και της αντίστασης.
Ο Σαντς επέλεξε τον δρόμο της αντίστασης με αποτέλεσμα να συλληφθεί και
να φυλακιστεί δύο φορές. Μετά τη δεύτερη σύλληψή του το 1976 τον ανέκριναν, το
βασάνισαν και τέλος τον καταδίκασαν σε 14 χρόνια φυλάκιση σε μια δίκη υπό την
προεδρεία τριών δικαστών και χωρίς ενόρκους. Κατά τη διάρκεια της πρώτης
περιόδου της φυλάκισής τους, από το 1972 ως το 1976- ο Σαντς πέρασε τον χρόνο
του διαβάζοντας βιβλία σε ομάδες μελέτης με τους συντρόφους του, προκειμένου να
γνωρίσουν την ιστορία του ιρλανδικού απελευθερωτικού αγώνα καθώς και των
αντι-αποικιακών αγώνων σε όλο τον αναπτυσσόμενο κόσμο. Παράλληλα έμαθαν την
ιρλανδική γλώσσα (Gaelic), γεγονός που τους επέτρεψε να επικοινωνούν μεταξύ
τους χωρίς να τους καταλαβαίνουν οι φρουροί των φυλακών.
Οι Ιρλανδοί δημοκρατικοί κρατούμενοι δεν χαρακτηρίζονταν ως
πολιτικοί κρατούμενοι από το 1976, όταν στην κυβέρνηση βρισκόταν ο Τζέιμς
Κάλαχαν των Εργατικών. Αυτή η απόφαση συνδέθηκε τότε με την κατασκευή της
φυλακής Maze, όπου και δημοκρατικοί-καθολικοί και φιλοβασιλικοί-προτεστάντες
είχε προγραμματιστεί να μεταφερθούν από την ήδη υπάρχουσα φυλακή Long Kesh.
Η Μάργκαρετ Θάτσερ και οι Συντηρητικοί (Τόρις), που αντικατέστησε τον
Κάλαχαν το 1979, ήταν αποφασισμένοι να συνεχίσουν την πολιτική της
ποινικοποίησης των δημοκρατικών-καθολικών ιρλανδών κρατουμένων στο πλαίσιο μιας
νέας επίθεσης εναντίον του Ιρλανδικού Ρεπουμπλικανισμού εν γένει. Όσο
αποφασισμένοι ήταν ο Σαντς και οι σύντροφοί του να προχωρήσουν την απεργία πείνας ως το τέλος τόσο
αποφασισμένη ήταν και η Θάτσερ να μην κάνει πίσω ούτε βήμα από την πολιτική
ποινικοποίησης της κυβέρνησής της.
Όταν ο Μπόμπι Σαντς πέθανε στις 5 Μαΐου 1981, μετά από 66 ημέρες
απεργίας πείνας, ο αντίκτυπος του θανάτου έγινε αισθητός σε παγκόσμιο επίπεδο.
No comments:
Post a Comment