https://www.timesnews.gr
[Στη φωτογραφία, δυο υπέροχοι ηθοποιοί, ο Sir Ian McKellen και ο Patrick Stewart, όταν έπαιζαν στο Λονδίνο το έργο «περιμένοντας το Γκοντό», ερμηνεύοντας τους ήρωες του Μπέκετ, τον Εστραγκόν και τον Βλαντιμίρ]
- Γράφει ο ΝΙΚΟΣ ΛΑΓΚΑΔΙΝΟΣ
Την κατάσταση που βιώνουμε εδώ στην Ελλάδα την έχει περιγράψει από το 1952 ο κορυφαίος της ανθρώπινης απελπισίας, ο ιρλανδο-γάλλος θεατρικός συγγραφέας Σάμουελ Μπέκετ όταν έγραψε το θρυλικό έργο του «Περιμένοντας τον Γκοντό». Το έργο αυτό αποτυπώνει την άγονη αναμονή! Οι ήρωες του έργου περιμένουν κάποιον που δεν έρχεται και τελικά φαίνεται ότι δεν θα έρθει ποτέ. Είναι αλήθεια ότι ο άνθρωπος πάντα [θα] περιμένει μιαν αλλαγή που θα του δώσει τη δύναμη να προχωρήσει με ελπίδες για το καλύτερο στη ζωή του.
Το ζήτημα είναι ότι εμείς σήμερα ζούμε σ’ ένα τέλμα, δεν ελπίζουμε τίποτα, δεν βλέπουμε φως στον ορίζοντα, σχεδόν συνηθίσαμε σε μια καθημερινότητα, όπου η μόνη μας κουβέντα περιστρέφεται γύρω από την υγεία! Να είμαστε καλά – αυτό ευχόμαστε ο ένας στον άλλον… Στην πραγματικότητα ο άνθρωπος είναι το μόνο από τα ζώα που δεν του φτάνει μόνο να ζει, αλλά και όπως το λέει καθαρά ο Άντον Τσέχοφ, θέλει και να ξέρει γιατί ζει!
Στο έργο του Μπέκετ οι δυο ήρωές του απλώς περιμένουν δίχως να κάνουν κάτι. Η πλοκή του έργου είναι πάρα πολύ απλή κι ο συγγραφέας δίνει το σκηνικό: βράδυ, ένας δρόμος στην εξοχή, ο Εστραγκόν καθισμένος καταγής και βαριανασαίνοντας παλεύει με τα δυο του χέρια να βγάλει το παπούτσι του, μέχρι που εμφανίζεται ο Βλαντιμίρ. Ο κόσμος τους «γεμίζει» από ένα γυμνό, ξεραμένο δέντρο στην πρώτη πράξη, το οποίο βγάζει φύλλα στη δεύτερη πράξη, και που προτείνει ίσως την εξέλιξη του χρόνου, και την ατμόσφαιρα που δημιουργούν: μιλούν ακατάσχετα, διαπληκτίζονται, φιλοσοφούν για τη ζωή, σκέφτονται την αυτοκτονία, εμφανίζονται κι άλλοι δυο τύποι, ένα κύριος κι ο δούλος του, μασουλάνε ένα γογγύλι κι ένα καρότο, ροκανίζουν μερικά κόκαλα κοτόπουλου… Ουσιαστικά το έργο είναι η ανάπτυξη αυτού που εννοεί ο τίτλος του έργου: Περιμένοντας τον Γκοντό, που δεν τον γνωρίζουν προσωπικά κι εκείνος δεν δίνει κανένα σημάδι για τον ερχομό του. Το έργο υπαινίσσεται ότι κάτι σημαντικό πρόκειται να έρθει στην ζωή αλλά ποτέ δεν έρχεται. Ωστόσο υπάρχει ζωντανή η ελπίδα του ερχομού του…
- ΒΛΑΝΤΙΜΙΡ: Για πρώτη φορά έρχεσαι;
- ΑΓΟΡΙ: Μάλιστα, κύριε… (Σιωπή)
- ΒΛΑΝΤΙΜΙΡ: Έχεις καμιά είδηση από τον κύριο Γκοντό;
- ΑΓΟΡΙ: Μάλιστα, κύριε…
- ΒΛΑΝΤΙΜΙΡ: Θα ερχόταν απόψε.
- ΑΓΟΡΙ: Όχι, κύριε…
- ΒΛΑΝΤΙΜΙΡ: Αλλά θα ’ρθει αύριο;
- ΑΓΟΡΙ: Μάλιστα, κύριε…
- ΒΛΑΝΤΙΜΙΡ: Οπωσδήποτε;
- ΑΓΟΡΙ: Μάλιστα, κύριε…
O Eστραγκόν καθώς κάθεται στην άκρη του εξοχικού δρόμου, προσπαθεί να βγάλει τα παπούτσια του και μη μπορώντας, αναφωνεί: «Τίποτα δεν γίνεται»! Στο τέλος, μαζί με τον Βλαντιμίρ μένουν ακόμη, περιμένοντας τον Γκοντό. «Φεύγουμε;», λέει ο Βλαντιμίρ. «Ναι, ας φύγουμε», απαντά ο Eστραγκόν. Και η τελική φράση του συγγραφέα: «Δεν κινούνται»!
Αυτό συμβαίνει και στην Ελλάδα του σήμερα. Οι άνθρωποι βρίσκονται σε αδράνεια, έχουν αποδεχτεί μια κατάσταση και δεν κάνουν τίποτε για να την αλλάξουν, αλλά περιμένουν κάποιον!!! Ωστόσο, εάν λάβουμε υπόψη αυτά που συμβαίνουν και στο χώρο της Δικαιοσύνης, τότε οδηγούμαστε στον Κάφκα… Δηλαδή, απελπισία!!! Περνάει ο καιρός, οι μέρες, οι εβδομάδες, οι μήνες, τα χρόνια κι εμείς βουλιάζουμε και… δεν αλλάζουμε.
No comments:
Post a Comment