Saturday, March 25, 2017

ΤΑΞΙΔΙΩΤΕΣ!!!!


Έχω αρχίσει να πείθομαι πως τούτη η πόλη, η πόλη μας, έχει μια δική της ψυχή, σχεδόν απόκρυφη, που μένει πάντα ξένη στη θέληση και στις πολυπραγμοσύνες των ανθρώπων. Αυτό το ίδιο συμβαίνει και με τις άλλες πόλεις, ανά την ελληνική επικράτεια. Δεν είναι εύκολο να την μαντέψει κανείς και γι’ αυτό περνάμε, οι περισσότεροι, φεύγουμε αδειανοί, δίχως καν να την υπονοιαστούμε. 

Sunday, March 19, 2017

ΚΑΠΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, ΤΟ 1965



  • ΓΡΑΦΕΙ Ο ΚΩΣΤΗΣ ΛΙΘΙΝΟΣ

Η φωτογραφία, έπεσε στην αντίληψή μου τυχαία, πριν από λίγες μέρες. Έχει τραβηχτεί από τον περίφημο ιταλό φωτογράφο Giulio Corinaldi (1905-1973), γύρω στα 1965, σε ένα από τα ταξίδια του στην Ελλάδα. Η ακριβής τοποθεσία παραμένει άγνωστη. Είναι βέβαιο, όμως, πως σχετίζεται με κάποια περιοχή της υπαίθρου.

Σε αυτήν, εικονίζονται δύο αγόρια με κοντά παντελόνια να επιστρέφουν από το σχολείο. Δεν ξέρουμε αν είχαν να διανύσουν μεγάλη απόσταση ώς το σπίτι τους. Ο δρόμος είναι χωμάτινος. Πρέπει να είναι αρχές της άνοιξης. Λίγο μετά το μεσημέρι. Ο ήλιος δείχνει εκτυφλωτικός. Στο βάθος του ορίζοντα διακρίνεται η γαλάζια θάλασσα.
Το πρώτο αγόρι, φορά κοντομάνικη μπλούζα. Στο δεξί του χέρι κρατά με τρυφερότητα το μαύρο μολύβι του ενώ στην αριστερή μασχάλη του έχει τα βιβλία του. Διακρίνεται το εξώφυλλο του «Αναγνωστικού Β΄ Δημοτικού». Εκείνο, στο οποίο ένα αγόρι και ένα κορίτσι εμφανίζονται να περιποιούνται την αμυγδαλιά του κήπου τους. Στα λιλιπούτεια πόδια του, τα χειμωνιάτικα παπούτσια, δείχνουν παράταιρα. Το δεύτερο αγόρι, φορά μακρυμάνικο πουκάμισο. Μόλις διακρίνεται, κρεμασμένη σταυρωτά στον ώμο, η σχολική τσάντα του. Στα πόδια του, φορά κλειστά, ταιριαστά σανδάλια.
Οι δύο φίλοι των πρώτων τάξεων του Δημοτικού Σχολείου κοιτούν με άνεση τον φωτογραφικό φακό. Τα πρόσωπά τους απλώνεται ικανοποίηση. Δεν ήταν και λίγα όσα είχαν συμβεί τις προηγούμενες ώρες. Την πρωινή διδασκαλία, από δασκάλες και δασκάλους που ασκούσαν με ευσυνειδησία το λειτούργημά τους και τους μάθαιναν πολλά και χρήσιμα, διαδέχθηκε το παιχνίδι στις αλάνες. Ποδόσφαιρο, κυρίως. Το μαρτυρούν, άλλωστε, τα σκονισμένα πόδια τους και τα μαυρισμένα γόνατά τους.
Όταν, ύστερα από λίγη ώρα επέστρεφαν στο σπίτι, είχαν να ακούσουν κατσάδες. Μουρμουρίζοντας οι μανάδες τους, θα ανέβαζαν με τον κουβά νερό από το πηγάδι. Για αρκετή ώρα, τρίβοντας με κεραμίδι και σαπούνι τα γόνατά τους, θα προσπαθούσαν να τους τα καθαρίσουν. Οι πατεράδες τους, παρακολουθούσαν συνήθως από μακριά τη σκηνή, κρυφογελώντας. Μόλις επιτυγχανόταν ο στόχος, στο μεσημεριανό τραπέζι, θα ακολουθούσαν οι σχετικές συμβουλές.
Μάταιος κόπος…
Την επομένη, τα δύο αγόρια, θα επαναλάμβαναν τις ίδιες ακριβώς κινήσεις.

Μια φωτογραφία της ελληνικής υπαίθρου…
Εντελώς διαφορετική εποχή, σε σχέση με τη σημερινή…
Πέρασαν κιόλας πενήντα χρόνια…
Σαν χθες φαίνονται όλα…