Monday, August 31, 2009

Απέραντο μαύρο... Δεν μπορούμε να μένουμε αδιάφοροι!

Απέραντο μαύρο. Πάντειος Πολιτεία


Δεν μπορούμε να μένουμε αδιάφοροι μπροστά στα εγκλήματα που γίνονται καθημερινά. Όποιος αδιαφορεί είναι κι αυτός ένας εγκληματίας... Δεν γίνεται να μένουμε κλεισμένοι στο καβούκι μας και να σχολιάζουμε, καθισμένοι μπροστά στην τηλεόραση. Φταίμε όλοι. Κι αν είναι ένοχος ο Καραμανλής να τον διαολοστείλουμε. Να πάρουμε στα χέρια μας την κατάσταση. Κι αν φταίει ο δήμαρχος της πόλης μας, κι αυτόν να τον διαολοστείλουμε. Μόνο η συμμετοχή μπορεί να περισώσει κάτι σ' αυτό τον τόπο. Όχι αδιαφορία! Να προστατεύσουμε το δάσος, τη φύση, το περιβάλλον, την πόλη μας, τη χώρα μας. Μαύρο στους εγκληματίες, μαύρο σ' εκείνους που μας υπέκλεψαν την ψήφο δήθεν για να υπηρετήσουν τον τόπο. Μαύρο σ' εκείνους που με χίλιους δυο τρόπους προσπαθούν να πλουτίσουν σε βάρος μας είτε είναι πολιτικοί είτε είναι επιχειρηματίες, είτε καναλάρχες είτε υπηρέτες των καναλαρχών και των μεγαλοεκδοτών. Μαύρο στους μεγαλοδημοσιογράφους που κραυγάζουν ότι υπηρετούν την αλήθεια και το δικό μας συμφέρον. Μαύρο σ' εκείνους που τα ισοπεδώνουν όλα και εξισώνουν τους πάντες και δημιουργούν κλίμα ανασφάλειας. Μαύρο, λοιπόν, σ' εκείνους που ανέλαβαν να μας προστατεύσουν και μας κορόιδεψαν. Μαύρο σ' εκείνους που εκμεταλλεύονται την αγωνία του κοσμάκη και κερδοσκοπούν σε βάρος του.

Κυρία Κοκκίνου, ξεχάσατε ότι μου χρωστάτε;

Διαβάζω σήμερα στα "Νέα" ότι το έργο του Ιρλανδού Τζον Μίλινγκτον Σινγκ (1871- 1909) «Καβαλάρηδες στη θάλασσα», γραμμένο το 1903, θα ανεβεί τον χειμώνα στο θέατρο «Σφενδόνη» της Άννας Κοκκίνου εγκαινιάζοντας μία ευρύτερη συνεργασία της «Σφενδόνης» με την Ομάδα «Όπερα» του Θοδωρή Αμπαζή. Το έργο θα παρουσιαστεί σε μετάφραση Ανθής Λεούση, σκηνοθεσία Άννας Κοκκίνου, με μουσική Θοδωρή Αμπαζή, σκηνικά και διαμόρφωση χώρου Ισμήνης Καρυωτάκη και φωτισμούς Αλέκου Γιάνναρη. Στη διανομή η Άννα Κοκκίνου και από την Ομάδα «Όπερα» η Τζωρτζίνα Δαλιάνη και η Φανή Παναγιωτίδου. Πολύ ωραία. Μπράβο! Αλλά στο θέατρο «Σφενδόνη» θα επανέλθει και η Πουπέ.
Η φιγούρα και η ερμηνεία της Άννας Κοκκίνου στον μονόλογο του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη «Λα Πουπέ» τον οποίο και έχει σκηνοθετήσει «έγραψαν» δύο σεζόν. Και είχαν αντίκρυσμα στο κοινό. Όπως αναφέρει η Άννα Κοκκίνου που υποδύεται τη Ρίκα, την πιο επιδέξια ράφτρα φορεμάτων κούκλας στην Αθήνα, «η Ρίκα, αυτό το πονεμένο μικρομέγαλο πλάσμα, σηκώνει τα μανίκια ψηλά και τα βάζει με τον χειρότερο εχθρό της: το Μίσος. Μ΄ όλη της τη δύναμη αντιστέκεται στη γλυκιά σαγήνη των φθονερών σκέψεων και της εκδικητικότητας. Είναι και θα μείνει για πάντα μια μεγάλη ροζ τσιχλόφουσκα- το αποφάσισε. Ο εχθρός όμως είναι πιο δυνατός. Έχει τρυπώσει μέσα για τα καλά, ζει και βασιλεύει στα σωθικά της. Ολοστρόγγυλη, ζουμερή, με άρωμα φράουλα, αλλά στην καρδιά μια σταξιά δηλητήριο». Ο μονόλογος θα παίζεται από 7 έως 27 Νοεμβρίου και μόνο κάθε Σάββατο και Κυριακή. [Γ.Δ.Κ.Σ., Τα Νέα: Δευτέρα 31 Αυγούστου 2009]

Τι να πω; Ωραία τα γράφει ο φίλος μου ο Γιώργος Σαρηγιάννης. Εγώ όμως είμαι υποχρεωμένος να την "κράξω" για άλλη μια φορά την κυρία Αννα Κοκκίνου, με την οποία κάποτε συνεργάστηκα -στο Φεστιβάλ Μπέκετ- και η οποία ουδέποτε με πλήρωσε για τις υπηρεσίες που προσέφερα. Απορώ πώς κοιμάται ήσυχη όταν χρωστάει και της Μιχαλούς; Αφού την είχα "ενοχλήσει" 3-4 φορές και είχα στείλει και επιστολές, η κυρία Κοκκίνου στην τελευταία τηλεφωνική επαφή μας, που έγινε βεβαίως με δική μου πρωτοβουλία, μου έκλεισε το τηλέφωνο!!! Έκτοτε, ούτε φωνή ούτε ακρόαση. Εγώ όσο θα διαβάζω ή θ' ακούω κάτι για την εν λόγω κυρία θα την "κράζω" κανονικότατα. Τελεία και παύλα.

Sunday, August 30, 2009

Πάει κι ο Αύγουστος!

Σήμερα γύρισα στην Αθήνα. Χαιρετώ τους φίλους μου. Εύχομαι έναν καλό χειμώνα. Και το συντομότερο να πάει στα τσακίδια αυτός ο εσμός των ανίδεων, ανίκανων και ανεύθυνων που κυβερνούν τον τόπο, μήπως και δούμε καλύτερες μέρες. Είχα ησυχάσει από τις εφημερίδες και τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα. Τώρα που παρακολουθώ την τηλεόραση, νιώθω ότι χάνω τον καιρό μου. Και είναι βέβαιο ότι καθημερινά θα εξοργίζομαι με μια κοινωνία που τυραννιέται και τυρρανά! Ήμουν ευτυχής εκεί στο χωριό που αγνάντευα τον Πάρνωνα κι ανάσαινα αέρα καθαρό. Αλλά πάντα με το φόβο της φωτιάς...